- προπονούμαι
- προπονούμαι, προπονήθηκα, προπονημένος βλ. πίν. 74——————Σημειώσεις:προπονώ, προπονούμαι : στον απλό προφορικό λόγο απαντάται και η κλίση κατά το αγαπάω, αγαπιέμαι (βλ. πίν. 58
, 59
).
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
προπονώ — προπονῶ, έω, ΝΑ νεοελλ. 1. προγυμνάζω αθλητή ή αθλητική ομάδα προκειμένου να διεκδικήσει τη νίκη σε έναν αγώνα 2. μέσ. προπονούμαι κάνω προπόνηση αρχ. 1. κοπιάζω προηγουμένως 2. κοπιάζω για χάρη κάποιου ή υπερασπίζοντας κάποιον 3. μοχθώ για να… … Dictionary of Greek
προαλείφω — ΝΑ 1. αλείφω κάτι προηγουμένως 2. αλείφω αθλητή με λάδι πριν από την πάλη νεοελλ. 1. ετοιμάζω κάποιον για επίκαιρο αξίωμα («τόν προαλείφουν για υπουργό τών οικονομικών») 2. μέσ. προαλείφομαι προετοιμάζομαι για αγώνα ή για κοπιαστικό έργο,… … Dictionary of Greek
προδιαπονούμαι — έομαι, Α (για σκύλους) εξασκούμαι, προπονούμαι καλά προηγουμένως («προδιαπονηθεῑσαι δὲ αἱ κύνες, εἶτα ἀναπαυσάμεναι», Πολυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + διαπονοῦμαι «γυμνάζομαι, εξασκούμαι»] … Dictionary of Greek
χειρονομώ — χειρονομῶ, έω, ΝΑ [χειρονόμος] νεοελλ. 1. κάνω μηχανικές κινήσεις με τα χέρια την ώρα που μιλώ 2. κάνω συνθηματικές κινήσεις με τα χέρια αρχ. 1. κινώ ρυθμικά και κανονικά τα χέρια μου σε αγώνα ή σε χορό 2. (για πυγμάχο) κάνω ασκήσεις, προπονούμαι … Dictionary of Greek
προπονώ — προπονώ, προπόνησα βλ. πίν. 73 Σημειώσεις: προπονώ, προπονούμαι : στον απλό προφορικό λόγο απαντάται και η κλίση κατά το αγαπάω, αγαπιέμαι (βλ. πίν. 58 , 59 ) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
ΠΡΟΛΟΓΟΣ — Ο στόχος της εργασίας αυτής είναι να αποδοθούν τα κυριότερα χαρακτηριστικά της κλίσης των 4.500 βασικών ρημάτων της κοινής νεοελληνικής (χωρίς διαλεκτικά στοιχεία). Η ιδιαιτερότητα (και η χρησιμότητα) της εργασίας έγκειται, πιστεύουμε,… … Τα ρήματα της νέας ελληνικής